Ζωηρή δημόσια συζήτηση έχει ανοίξει κι έχουν εκφραστεί κάποιες αντιδράσεις για τις αλλαγές που περιλαμβάνει ο Νέος Κώδικας Ποινικής Δικονομίας. Τις απόψεις τους καταθέτουν σήμερα στην ΕΡΤ ο σύμβουλος του Δικηγορικού Συλλόγου της Αθήνας Δημήτρης Αναστασόπουλος και ο καθηγητής Δημοσίου Δικαίου στη Νομική Σχολή της Αθήνας Νίκος Παπασπύρου.
Το νομοσχέδιο επιχειρεί αλλαγές σε μεγάλο όγκο διατάξεων και του ποινικού δικαίου και της ποινικής δικονομίας είπε στην ΕΡΤ ο κ. Παπασπύρου.
Μία από τις ιδέες του νομοσχεδίου, η οποία και επιδέχεται την μεγαλύτερη ίσως κριτική, είναι ότι υπάρχει ένα αίσθημα ατιμωρησίας στην μικρή και μεσαία εγκληματικότητα. Αυτό το ζήτημα δεν πρέπει να το εξετάζουμε σε συνάρτηση με περιπτώσεις βαριάς εγκληματικότητας, διότι η περίπτωση της μικρής ή της μικρομεσαίας εγκληματικότητας έχει τελείως διαφορετική λογική.
Αυτό το οποίο θα πρέπει να δούμε, αυτό που γίνεται και στο εξωτερικό είναι σε ποιες περιπτώσεις, σε ποια εγκλήματα ή σε ποιους δράστες υπάρχει ροπή σε υποτροπή, είπε.
Σε περιπτώσεις, όπου υπάρχει πράγματι οργανωμένη δράση, και βλέπεις ότι υπάρχει ροπή προς υποτροπή, ένα έξυπνο ποινικό δίκαιο μπορεί να κάνει αυτή τη διάκριση. Δεν μπορούμε όμως το πλημμέλημα μεταξύ δύο και τριών ετών να το αντιμετωπίζουμε ως εν δυνάμει κακούργημα, είναι λάθος αυτό.
Με τον ισχύοντα Ποινικό Κώδικα, ο κανόνας είναι ότι σπάνια άνθρωποι οι οποίοι έχουν τελέσει κάποιο πλημμέλημα οδηγούνται στη φυλακή, είπε ο κ. Αναστασόπουλος.
Από το 2019 μέχρι σήμερα ο ποινικός κώδικας που άλλαξε το 2019 και που ήταν ο ίδιος από το 1950 μέχρι το 2019, έχει υποστεί πολλές αλλαγές. Αυτό όπως καταλαβαίνετε είναι πρόβλημα και δεν βοηθάει ούτε στην κατασταλτική λειτουργία του ποινικού δικαίου που επιδιώκει σήμερα νομοθέτης, ούτε βεβαίως και στην προληπτική.
Πράγματι εντοπίζεται το φαινόμενο σε υποθέσεις πλημμεληματικού χαρακτήρα σπάνια να οδηγείται κάποιος στη φυλακή ακόμα και για σοβαρά αδικήματα. Σήμερα ο νομοθέτης επιδιώκει την αυστηροποίηση του νομικού πλαισίου. Η αλήθεια είναι βέβαια ότι το κάνει με έναν τρόπο πολύ πιο περιοριστικό για τον δικαστή και εκεί είναι και η ένσταση του νομικού κόσμου. Θα πρέπει τον τελευταίο λόγο να τον έχει δικαστής για το ποιοι θα πρέπει να εκτίσουν ένα μέρος της ποινής τους ή όχι, και με πιο βαριές ποινές, είπε.
Θέλω να τονίσω ότι τα πλημμελήματα είναι εκατοντάδες χιλιάδες, άρα είναι σημαντικό να μπορούμε να κάνουμε αυτή τη διάκριση. Δεν μπορούμε να αντιμετωπίσουμε εκατοντάδες χιλιάδες πλημμελήματα ως εν δυνάμει κακουργήματα. Κάτι τέτοιο είναι επικίνδυνο, είπε ο κ. Παπασπύρου.
Μια βασική ένσταση των δικηγόρων και όλου του νομικού κόσμου, είναι ότι εξαγγέλλεται μια αυστηροποίηση ποινών, χωρίς όμως να υπάρχει η πρόβλεψη για ανάλογες υποδομές. Σε δεύτερο χρόνο έρχεται η πολιτεία και λέει θα χτίσουμε κάποια καινούργια σωφρονιστικά καταστήματα. Σήμερα βασικός στόχος της πολιτείας πρέπει να είναι η πρόληψη και μετά βεβαίως και η τιμωρία, είπε ο κ. Αναστασόπουλος.
Αναφερόμενος στο θέμα των αναβολών είπε ότι είναι αποπροσανατολιστική η συζήτηση για τις αναβολές. Υπάρχει καθυστέρηση στην ποινική δικαιοσύνη, που είναι στην προδικασία, όταν οι υποθέσεις λιμνάζουν για χρόνια στους εισαγγελείς και στα ανακριτικά γραφεία και φτάνουν μετά από 5 ή 10 χρόνια να δικαστούν στο Εφετείο Κακουργημάτων. Όταν έχει 15 με 20 υποθέσεις να δικάσει ένας δικαστής, καταλαβαίνετε ότι δεν προλαβαίνει μέσα σε μια μέρα, ούτε καν σε δυο μέρες.
Οι δικηγόροι δεν φέρουν την ευθύνη για τις αναβολές, υποστήριξε. Αν αναβάλλονται δέκα υποθέσεις την ημέρα ζήτημα είναι, να είναι δυο υποθέσεις που αναβάλλονται εξαιτίας των δικηγόρων. Οι υπόλοιπες αναβάλλονται λόγω ωραρίου, είτε γιατί η υπόθεση δεν είναι ώριμη, είτε γιατί λείπουν οι βασικοί μάρτυρες κατηγορίας, είπε.
Πάντως ο Κώδικας Ποινικής Δικονομίας έχει αυστηρούς αυστηρούς όρους και προϋποθέσεις για τη χορήγηση αναβολής και στους δικηγόρους, είπε.
ertnews.gr