Τα τελευταία τέσσερα χρόνια, το Ιατρείο Πόνου και Παρηγορικής Φροντίδας του Γενικού Νοσοκομείου Ρεθύμνου έχει προσφέρει ανακούφιση και ιατρική βοήθεια σε πάνω από 2.300 ασθενείς που πάσχουν από χρόνιο πόνο. Με εθελοντές αναισθησιολόγους, νοσηλευτές και σε συνεπικουρική λειτουργία με χειρούργους του νοσοκομείου Ρεθύμνου, το ιατρείο βελτιώνει την καθημερινότητα των ασθενών, προσφέροντας θεραπείες που περιλαμβάνουν εξειδικευμένη φαρμακευτική αγωγή, καινοτόμες, επεμβατικές τεχνικές και ψυχολογική υποστήριξη. «Υπάρχουν άνθρωποι που πονάνε 10 με 15 συνεχή χρόνια. Δεν νοείται να πει ένας γιατρός σε έναν ασθενή να συνηθίσει να ζει με χρόνιο πόνο εν έτει 2024», ανέφερε χαρακτηριστικά, μιλώντας στα «Ρ.Ν.», ο Ιωάννης Χρονάκης, διευθυντής Αναισθησιολογίας του Γενικού Νοσοκομείου Ρεθύμνου και υπεύθυνος του Ιατρείου Πόνου και Παρηγορικής Φροντίδας, ενώ παράλληλα σημείωσε την ανάγκη ενίσχυσης του ιατρείου με το απαραίτητο προσωπικό ώστε αυτό να μπορεί να επεκτείνει το χρόνο λειτουργίας του και να εξυπηρετεί περισσότερους και τακτικότερα τους ασθενείς.
Στο πλαίσιο της χθεσινής ημέρας της «Ημέρας Ιατρείων Πόνου και Παρηγορικής Φροντίδας», το τοπικό ιατρείο του Ρεθύμνου και το υπεύθυνο ιατρικό προσωπικό γιόρτασαν υποδεχόμενοι δεκάδες ασθενείς, επαναλαμβανόμενους και μη, προσφέροντας ενημέρωση για τις σύγχρονες φαρμακευτικές και επεμβατικές μεθόδους αντιμετώπισης του χρόνιου πόνου που εφαρμόζονται στο νοσοκομείο.
Χρόνιος πόνος θεωρείται αυτός που δεν υποχωρεί με τη φαρμακευτική περίθαλψη και διαρκεί πάνω από ενάμιση μήνα, όπως υπογράμμισε ο κ. Χρονάκης, με το Ιατρείο Πόνου στο Ρέθυμνο να λειτουργεί τόσο ενημερωτικά, όσο και θεραπευτικά, επιχειρώντας να εφαρμόσει καινοτόμες τεχνικές, διατηρώντας παράλληλα σημαντικές σχέσεις συνεργασίας με άλλα νοσοκομεία της Κρήτης και της ηπειρωτικής Ελλάδας. Ωστόσο, οι ελλείψεις που υπάρχουν σε αναισθησιολόγους και χειρούργους, καθώς και η μη αναγνώριση της ειδικότητας των αλγολόγων από το υπουργείο Υγείας, δηλαδή των γιατρών που ειδικεύονται στη θεραπεία του πόνου, ως ένας ιατρικός κλάδος που χρήζει υποστήριξης και ενίσχυσης, έχουν μετατρέψει τα 86 Ιατρεία Πόνου και Παρηγορητικής Φροντίδας στη χώρα, σε δευτερεύουσας σημασίας ιατρικές μονάδες. Το ιατρείο που βρίσκεται στο Ρέθυμνο, υποδέχεται ασθενείς τρεις φορές τον μήνα, παραπέμποντας περιστατικά που χρήζουν άμεσων επεμβάσεων στην υπάρχουσα χειρουργική κλινική.
«Παρέχουμε λύσεις ανακούφισης στο πρόβλημα του χρόνιου πόνου»
Ο κ. Ιωάννης Χρονάκης, υπεύθυνος του Ιατρείου Πόνου και Παρηγορικής Φροντίδας στο Γ.Ν.Ρ. μιλώντας στα «Ρ.Ν.», ανέπτυξε τον χαρακτήρα και τον τρόπο λειτουργίας του ιατρείου: «Το ιατρείο επιτελεί από το 2021 ένα πάρα πολύ σημαντικό έργο, γιατί έχουμε δει μέχρι στιγμής πάνω από 2.300 ασθενείς, λειτουργούμε δύο με τρείς φορές τον μήνα, όμως υπάρχουν και δύο φορές τον μήνα όπου γίνονται επεμβάσεις μέσα στο χειρουργείο. Το Ιατρείο Πόνου διατηρείται στο Νοσοκομείο από τους αναισθησιολόγους, έχουμε επαναλαμβανόμενους ασθενείς με χρόνιο πόνο, ο οποίος δεν αντιμετωπίζεται επιθετικά με σύντομες θεραπείες. Με το ιατρείο ασχολείται όλο το αναισθησιολογικό τμήμα, νοσηλευτές και γιατροί, πάντα ωστόσο λειτουργεί σε συμπληρωματικό και συνεργατικό ρόλο με τα χειρουργεία. Μπορεί εγώ ως αναισθησιολόγος να δέχομαι 20 και 30 ραντεβού, όμως υπάρχουν δύο και τρείς συνάδελφοι στα χειρουργεία που με καλύπτουν. Σαφώς έχουν άποψη οι χειρούργοι και γνώση για τη δράση του ιατρείου».
Η χθεσινή δράση του ιατρείου εξυπηρετεί στην υποδοχή, την ενημέρωση και την παροχή λύσεων και βοήθειας σε ανθρώπους που πάσχουν από χρόνιο πόνο. Ο κ. Χρονάκης σημειώνει: «Εδώ και 8 χρόνια, συνήθως την πρώτη Τρίτη του Νοεμβρίου θεσπίζεται το Ιατρείο Πόνου, κατά τη διάρκεια του οποίου βλέπουμε ασθενείς μέχρι αργά το απόγευμα, χωρίς να πληρώσουν επίσκεψη στο νοσοκομείο, προκειμένου να τους εξηγήσουμε τι είναι ο χρόνιος πόνος, ο οποίος τους ταλαιπωρεί. Τους παρέχουμε λύσεις ανακούφισης από αυτό το πρόβλημα. Χρόνιος πόνος είναι αυτός που εξακολουθεί να υπάρχει για πάνω από τέσσερις με έξι εβδομάδες παρά το γεγονός ότι παίρνουμε κάποια αναλγητικά παυσίπονα, όπως η παρακεταμόλη. Ο ρόλος του ιατρείου αυτή τη μέρα είναι τόσο ενημερωτικός, όσο και θεραπευτικός, γιατί βλέπουμε ασθενείς στους οποίους εφαρμόζονται καινοτόμες θεραπείες για την Κρήτη και το Ρέθυμνο. Πέρα από τις αναλγητικές παρεμβάσεις, υπάρχουν και τεχνικές παρέμβασης και επέμβασης, ακόμα και στον χώρο του χειρουργείου και των εξωτερικών ιατρείων, οι οποίες βοηθούν πολύ τους ασθενείς».
«Δεν γίνεται ο καρκινοπαθής να πληρώνει τη μορφίνη»
Οι τεχνικές αντιμετώπισης και υποχώρησης του πόνου ποικίλλουν και διαφέρουν ανάλογα τις περιπτώσεις, συνδυάζονται, ωστόσο, πάντα με εξειδικευμένη φαρμακευτική αγωγή. Παυσίπονα και λοιπά καταπραϋντικά καμιά φορά φοβίζουν τους πάσχοντες ασθενείς με τον κίνδυνο του εθισμού, αλλά ο κ. Χρονάκης ξεκαθαρίζει ότι αυτό δεν υφίσταται: «Ο χρόνιος μυοσκελετικός πόνος αντιμετωπίζεται με εγχύσεις νεύρων με βελόνα, καυτηριάσεις, θερμοκαυτηριάσεις και ψυχροκαυτηριάσεις, παράλληλα με τις φαρμακευτικές αγωγές. Προσπαθούμε να εντοπίσουμε το νεύρο κοντά στην πάσχουσα περιοχή, το τσιμπάμε, του βάζουμε κάποιο αναισθητικό, το καυτηριάζουμε ή χρησιμοποιούμε κορτιζόνη, προκειμένου να το κοιμίσουμε, να διώξουμε τον πόνο από αυτήν την περιοχή και να ακολουθήσουμε στη συνέχεια θεραπείες που δεν θα επιτρέψουν την επιστροφή του πόνου. Γενικώς, υπάρχει μία οπιοφοβία, γιατί οι ασθενείς φοβούνται μην εθιστούν. Ο χρόνιος πόνος δεν εθίζει τον ασθενή, οπότε δικαιολογείται η ανακούφιση με οπιοειδή, όπως φάρμακα που είναι συγγενή με τη μορφίνη. Δεν γίνεται ποτέ υπερκατανάλωση, γιατί το ελέγχουμε. Τα οπιοειδή θα έπρεπε να κυκλοφορούν ελεύθερα και δωρεάν, προκειμένου να μπορεί να τα πάρει ο ασθενής το 2024. Δεν γίνεται ο καρκινοπαθής να πληρώνει για τη μορφίνη, ενώ σε όλα τα κράτη δίνεται στους ασθενείς κατόπιν της σύστασης του γιατρού δωρεάν. Το 2022 ψηφίστηκε νόμος για τη δωρεάν παροχή της μορφίνης μετά από συνταγογράφηση, αλλά αυτή τη στιγμή τα μοναδικά νοσοκομεία που μπορούν να τη διαθέσουν είναι τρία ή τέσσερα σε όλη την Ελλάδα. Στην Κρήτη είναι ίσως μόνο το Βενιζέλειο».
«Δουλεύουμε εθελοντικά, τα ιατρεία δεν είναι θεσμοθετημένα»
Η θλιβερή πραγματικότητα είναι ότι τα πολυάριθμα Ιατρεία Πόνου κατά μήκος της ελληνικής επικράτειας λειτουργούν στο πλαίσιο μιας εθελοντικής προσφοράς και πρωτοβουλίας εκ μέρους του ιατρικού προσωπικού. Όνειρο του διευθυντή του τοπικού ιατρείου στο Ρέθυμνο είναι να βρεθούν τρόποι να διευρυνθεί ο τρόπος και ο χρόνος λειτουργίας του ιατρείου: «Σαφώς και υπάρχουν σκέψεις για να διευρύνουμε τις μέρες λειτουργίας του ιατρείου. Δυστυχώς, τα Ιατρεία Πόνου που λειτουργούν στην Ελλάδα και ανέρχονται στον αριθμό 86, δεν είναι θεσμοθετημένα, δηλαδή το υπουργείο Υγείας δεν αναγνωρίζει ως ειδικότητα τη θεραπεία πόνου, τους αλγολόγους. Οπότε, δουλεύουμε εθελοντικά, γιατί δεν υπάρχει σε κανένα νοσοκομείο οργανόγραμμα για να δημιουργηθούν θέσεις, ώστε να μπορεί να διοριστεί κάποιος αλγολόγος. Ουσιαστικά πρόκειται για μία υπο-ειδικότητα της αναισθησιολογίας, αλλά από τη στιγμή που δεν υπάρχουν αναισθησιολόγοι για τα χειρουργεία, φανταστείτε πόσο δύσκολο είναι να βρει κανείς έξτρα αναισθησιολόγους για τα Ιατρεία Πόνου και Παρηγορικής Φροντίδας. Είναι ένα όνειρο να λειτουργήσει το ιατρείο περισσότερες μέρες και με καλύτερο τρόπο, προκειμένου να ανακουφίσουμε τους ανθρώπους».
Παράλληλα, ο κ. Χρονάκης πρόσθεσε: «Θα μπορούσαμε κάλλιστα να έχουμε περισσότερους αναισθησιολόγους για να καλύψουμε τις αυξημένες ανάγκες σε ασθενείς τόσο για χειρουργεία, όσο και για την αντιμετώπιση του χρόνιου πόνου. Υπάρχουν άνθρωποι που πονάνε 10 με 15 συνεχή χρόνια. Δεν νοείται να πει ένας γιατρός σε έναν ασθενή να συνηθίσει να ζει το χρόνιο πόνο εν έτει 2024. Εμείς μετράμε τον πόνο σε μία κλίμακα από το 0 έως το 10 και έτσι αντιλαμβανόμαστε πόσο πονάει ο ασθενής. Προφανώς δεν υπάρχει «πονόμετρο», οπότε οι θεραπείες που ακολουθούμε βασίζονται σε αυτή την κλίμακα, ξεχωριστά για κάθε ασθενή».
«Πρέπει να εκπαιδευτούμε ή να εκπαιδεύσουμε άλλους συναδέλφους»
Συνεχής κατάρτιση και συνεργασία ανάμεσα σε συναδέλφους του κλάδου, αποτελούν τα μυστικά της βελτίωσης του τρόπου διαχείρισης του χρόνιου πόνου. Ο κ. Χρονάκης δήλωσε: «Το βασικό είναι η εκπαίδευση, δεν γεννήθηκε κανένας έτοιμος να αντιμετωπίσει τον πόνο. Πρέπει η κάθε διοίκηση και το κάθε νοσοκομείο να βοηθάει στο να γίνονται πράγματα μέσα στο νοσοκομεία, όπως διοργανώσεις ημερίδων, διημερίδων, φροντιστηρίων και προσκλήσεων σε συναδέλφους από άλλα νοσοκομεία με καλύτερη εμπειρία από τη δική μας. Δεν είναι ντροπή να λέμε ότι δεν είμαστε όλοι για όλα. Πρέπει να εκπαιδευτούμε ή να εκπαιδεύσουμε άλλους συναδέλφους. Ο χρόνιος πόνος θέλει ειδική μεταχείριση και η εκπαίδευση κρατάει δύο χρόνια. Στο εξωτερικό θεωρείται ως μία σημαντική εξειδίκευση, ενώ εδώ κρίνεται ως μία υπο-ειδικότητα που βλέπει ασθενείς που απλά πονάνε».
Τέλος, ο κ. Χρονάκης σημείωσε πως υπάρχει συνεργασία με τα νοσοκομεία του νησιού: «Είμαι πολύ χαρούμενος που έχουμε αναπτύξει μεταξύ μας οι αλγολόγοι, οι αναισθησιολόγοι και οι γιατροί μία πάρα πολύ καλή συνεργασία. Μπορεί να μην κάνουμε την ίδια δουλειά σε όλα τα νοσοκομεία, όμως κάτι που δεν κάνουμε για παράδειγμα εμείς στο Ρέθυμνο, θα συστήσω στον ασθενή να πάει στα Χανιά και αντίστοιχα από εκεί να τον παραπέμψουν για κάτι άλλο. Κοιτάζουμε να δούμε που μένει ο κάθε ο ασθενής για να τον εξυπηρετήσουμε κατάλληλα. Ένα μέρος της επιτυχίας είναι η καλή συνεργασία. Είχαμε κοντά μας χθες μία συνάδελφο από τα Χανιά, αντίστοιχα και εμένα αν με καλέσουν θα πάω σε μία τέτοια εκδήλωση».