Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα είναι πιθανό να μειώσει τα επιτόκια της το καλοκαίρι, σύμφωνα με τα όσα είπε σήμερα η Κριστίν Λαγκάρντ, στο πλαίσιο του παγκόσμιου οικονομικού φόρουμ του Νταβός.
Σε συνέντευξη που έδωσε στο Bloomberg, η πρόεδρος της ΕΚΤ ερωτήθηκε εάν θα μπορούσε να υπάρξει υποστήριξη μίας τέτοιας κίνησης, δεδομένου ότι αρκετοί αξιωματούχοι της ευρωτράπεζας έχουν σηματοδοτήσει το εν λόγω χρονοδιάγραμμα.
Η επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας απάντησε «θα έλεγα ότι είναι πιθανό», ωστόσο δεν παρέλειψε να προσθέσει ότι «θα πρέπει βέβαια να είμαι επιφυλακτική», καθώς η πολιτική της ΕΚΤ «βασίζεται στα εισερχόμενα δεδομένα και ότι εξακολουθεί να υπάρχει ένα επίπεδο αβεβαιότητας, ενώ ορισμένοι δείκτες δεν είναι σταθεροί στο επίπεδο που θα θέλαμε να τους δούμε».
Μάλιστα εξήγησε πως: «Δεν βοηθάει στην καταπολέμηση του πληθωρισμού, αν οι προσδοκίες είναι πολύ υψηλές σε σύγκριση με αυτό που είναι πιθανό να συμβεί».
Κρατά «αποστάσεις» από τις ακραίες τοποθετήσεις
Και σε κάθε περίπτωση η Κριστίν Λαγκάρντ έδειξε να κρατάει αποστάσεις από όσους έχουν ακραίες θέσεις, όπως αυτή του Αυστριακού κεντρικού τραπεζίτη Ρόμπερτ Χόλτσμαν ο οποίος υποστήριξε πρόσφατα ότι το 2024 θα μπορούσε να κλείσει ακόμα και χωρίς καμία μείωση επιτοκίων.
«Ο καθένας έχει την άποψή του, την οποία σέβομαι απόλυτα» σημείωσε, τονίζοντας πως «γενικότερα συνασπιζόμαστε γύρω από τις αποφάσεις που λαμβάνουμε επί της βάσης των οικονομικών δεδομένων. Μερικοί από αυτούς έχουν τα δικά τους εγχώρια δεδομένα, έχουν τους αντίστοιχους ρυθμούς πληθωρισμούς, που διαφέρουν από χώρα σε χώρα».
Σε «καλό δρόμο» ο πληθωρισμός
Η Λαγκάρντ δήλωσε ότι ο πληθωρισμός βρίσκεται «σε καλό δρόμο», αλλά είναι ακόμη πολύ νωρίς για να κηρύξουμε τη νίκη.
«Οι εργαζόμενοι έχασαν αγοραστική δύναμη στη διάρκεια των ετών 2021 και 2022 και υπάρχει πλέον η τάση στις διαπραγματεύσεις που διεξάγονται να ανακτηθεί η δύναμη αυτή», εξήγησε η Λαγκάρντ.
Οι μισθολογικές διαπραγματεύσεις θα έχουν αντίκτυπο στον πληθωρισμό, ο οποίος επιβραδύνθηκε τους τελευταίους μήνες, και η ΕΚΤ αναμένει «να γνωρίζει περισσότερα γι’ αυτό (…) τον Απρίλιο ή το Μάιο» για να αποφασίσει για ενδεχόμενη χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής της, εξήγησε η πρόεδρος του θεσμού.
Τα επιτόκια έχουν ασφαλώς «κορυφωθεί», όμως «οφείλουμε να διατηρήσουμε μια περιοριστική πολιτική για όσο χρόνο είναι απαραίτητο ώστε να διασφαλίσουμε πως θα φθάσουμε σε μια κατάσταση όπου ο πληθωρισμός δεν θα ξεπερνά μεσοπρόθεσμα το 2%».
«Ο κίνδυνος θα μπορούσε να είναι να προχωρήσουμε υπερβολικά γρήγορα και να πρέπει να επιστρέψουμε σε μια μεγαλύτερη σύσφιγξη, επειδή θα έχουμε καταστρέψει τις προσπάθειες που έχουν καταβάλει όλοι στη διάρκεια των δεκαπέντε τελευταίων μηνών», προειδοποίησε.